Δεν γνωρίζω γιατί λένε ότι η τρέλα δεν πάει στα βουνά,
η δική μας όμως τρέλα το Σάββατο πήγε τα βουνά και έζησε την
περιπέτειά της σε πείσμα των φοβικών δελτίων καιρού, που φευ επαληθεύτηκαν με λίγη καθυστέρηση.
Και ω του θαύματος!!! Σάββατο πρωί ο ουρανός ξεκίνησε καθαρός.
Αυτό που λένε ότι η τύχη βοηθάει τους τολμηρούς….. καμία σχέση. Και κινήσαμε λοιπόν με άλλη
ψυχολογία για να κατακτήσουμε το όρος Πατέρας. Πρόκειται για ένα χαμηλό βουνό
στο Β.Δ. άκρο της Αττικής, ανάμεσα στον Κιθαιρώνα, τα Γεράνεια και την Πάρνηθα
και εκτείνεται από τον Λουτρόπυργο του Σαρωνικού κόλπου έως την
Ψάθα του Κορινθιακού κόλπου. Στρίψαμε από τη Μάνδρα και μέσω Αγιά Σωτήρας,
φθάσαμε σε λίγη ώρα στο όμορφο ορεινό χωριό των Βιλίων, όπου έγινε η στάση για
τον καθιερωμένο πρωινό καφέ. Το χωριό, μας υποδέχθηκε με καθαρά
χειμωνιάτικα χρώματα, με ψιλόβροχο, με αυτή τη μυστηριακή πρωινή ομίχλη, με όμορφα χρώματα
στα φύλλα των δένδρων και τη μυρωδιά ξύλου από τα τζάκια. Πριν
ξεκινήσουμε την πορεία, ανάψαμε το κεράκι μας στον ιδιαίτερου αρχιτεκτονικού
ρυθμού Ι.Ν. της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, έργο του Ερνέστου Τσίλερ.
Η ταβέρνα – αναφορά «Κρύο Πηγάδι», λίγο πάνω από τα Βίλια,
ήταν η αφετηρία της πορείας μας. Με έναν αλλοπρόσαλλο καιρό, που άλλοτε άνοιγε και άλλοτε έκλεινε απειλητικός, αρχίσαμε
ήπια ανηφορική πορεία από τα 600 περίπου μέτρα υψόμετρο, μέσα σε πλούσια
βλάστηση από πεύκα, σκίνα και κουμαριές. Όσο ανηφορίζαμε όμως ο καιρός αγρίευε και από το προσκυνητάρι της Αγίας Άννας και πάνω πέσαμε σε
ομίχλη, βροχή και αέρα. Η κορυφή Λεοντάρι (1.132 μ) προσεγγίστηκε σε διπλάσιο
από τον προβλεπόμενο χρόνο και άρχισαν να μας ζώνουν τα φίδια εάν θα
καταφέρναμε να φτάσουμε στον προορισμό μας με το φως της ημέρας. Η πορεία στα
ψηλά ήταν κακοτράχαλη, η βλάστηση χαμηλή ή ανύπαρκτη εξαιτίας των πολλών
πυρκαγιών και η ομίχλη που όλο και πύκνωνε σε συνδυασμό με τη δυνατή πλέον βροχή που μας
μαστίγωνε για περίπου 3 ½ ώρες δεν ήταν και ότι το καλύτερο για τους
πεζοπόρους. Η εμπειρία όμως κάποιων ανθρώπων σε συνδυασμό με σωστή χρήση
της τεχνολογίας, μας έφεραν κάποια στιγμή κάτω από την ομίχλη, όπου μας
αποκαλύφθηκε ως δια μαγείας ο κόλπος των Αλκυωνίδων και η Ψάθα. Θάλαττα,
θάλαττα είχαν βροντοφωνάξει κάποτε κάποιοι αρχαίοι συμπατριώτες μας. Το ίδιο θα
πρέπει να φωνάξαμε και εμείς από μέσα μας με μία αίσθηση ανακούφισης, πρώτον
γιατί βγήκαμε από την ομίχλη, δεύτερον γιατί φάνηκε ο τερματισμός της πορείας
μας και τρίτον γιατί επιτέλους έκοψε η εκνευριστική βροχή.
Μουσκεμένοι ως το κόκκαλο, φτάσαμε μετά από 5½ ώρες πορείας
στην πολυπόθητη παραλία της Ψάθας. Η γαλήνια θάλασσα μας μαλάκωσε την καρδιά
και πήρε στα βάθια της την κούρασή μας. Ευτυχώς η ψαροταβέρνα «Κάβο
Ντόρο» ήταν ανοιχτή και όχι μόνο διασκεδάσαμε την πείνα μας αλλά επιεικώς
ξεκοιλιαστήκαμε (με το μπαρδόν για την έκφραση) με τους απίστευτα γευστικούς
ψαρομεζέδες της και όχι μόνο. Τέλος καλό όλα καλά λοιπόν και η παροιμία « η
τύχη βοηθάει τους τολμηρούς» βρήκε για άλλη μια φορά την εφαρμογή της.
Τι κι αν βραχήκαμε; Δεν είναι δα και η πρώτη φορά, ούτε και είμαστε από ζάχαρη για να λιώσουμε.
|
Ο Ι.Ν. Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στα Βίλια, έργο του Ερνέστου Τσίλερ |
|
Χρώματα κισσού σε αυλή των Βιλίων |
|
Το όρος Πατέρας. Άραγε υπάρχει και μητέρας; |
|
Ο δρόμος της αρετής είναι πάντα ανηφορικός |
|
Με το που προσπεράσαμε το προσκυνητάρι της Αγίας Άννας, ανοίξανε οι ουρανοί |
|
Ολίγα ξεχασμένα κούμαρα |
|
Λίγα κίτρινα φύλλα σπάνε την μονοτονία του πράσινου - γκρι |
|
Φαντάσματα στο καμένο δάσος |
|
Αυτό το χόμπι των νεοελλήνων να καίνε τα δάση, πρέπει κάποτε να σταματήσει. Έλεος πια! |
|
Φτάνοντας στην κορυφή Λεοντάρι |
|
Φιλότιμες προσπάθειες να κατηφορίσουμε προς την άλλη πλευρά του βουνού, στην Ψάθα. |
|
Επιτέλους, θάλαττα, θάλαττα |
|
Οτι έχει απομείνει από την ξεπουπουλιασμένη κουτσουπιά. Σε λίγο καιρό θα μας χαρίσει πάλι τα όμορφα μοβ άνθη της |
|
Η θάλασσα μετά την βροχή ήταν γαλήνια και πλανεύτρα |
|
Στο επίπεδο της θάλασσας η άνοιξη κοντοζυγώνει |
|
Ο κόλπος των Αλκυωνίδων έξω από την ταβέρνα στην Ψάθα. Δε λέω, καλό το βουνό, αλλά και η θάλασσα.... |
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου